Τετάρτη 18 Απριλίου 2012

ΤΟ ΧΑΡΤΟΚΟΥΤΟ

Έψαχνα μέσα σε παλιά ξεχασμένα παιχνίδια να βρω
κάποιες στιγμές που έμειναν πίσω στο δρόμο.
Ένα χαρτόκουτο ψηλά στο ράφι του παιδικού δωματίου
και μέσα του αναπαύεται το παρελθόν της νιότης.
Στεγνό το στόμα από την πολυλογία και τώρα
αναζητώ ποτήρι με νερό.
Δεν θυμάμαι να πίστευα ποτέ πως θα φτάσω ως εδώ,
αναζητώντας, ψηλαφώντας, μουρμουρίζοντας.


Ένα απόγευμα ήταν που αντί ο ήλιος να πλαγιάσει
αυτός θέριεψε και με κράτησε ξύπνιο.
Κοιτώ το ρολόι στο χέρι μου, οι δείκτες του γυρίζουν
σαν ξεχασμένοι από το χρόνο, μεθυσμένοι χορευτές.
Δίπλα γράφω και σβήνω σκέψεις και λόγια που στριφογυρίζουν 
στο μυαλό μου παίζοντας μουσικές καρέκλες. 


Πως είναι  δυνατόν τώρα να μου συμβαίνει αυτό; 
Αναρωτήθηκα σκύβοντας πάνω από το χαρτόκουτο
σ’ εκείνο το ράφι.
Μέσα μου πεταρίζει ο νεοσσός, άραγε  αν μεγαλώσει 
θα γίνει γεράκι; θα πληγώσει με τα νύχια του;    

Θέλω να το ζήσω πριν οι δείκτες βρουν το ρυθμό τους
 και με παρασύρουν στη δίνη του χρόνου.
Φοβάμαι μην κάνω λάθος, δε θα αρκεί μια γομολάστιχα 
να το απαλείψει. Χαριεντίζεται και εγώ την παρατηρώ 
σιωπηλά χαμογελώντας.
Ακούω μουσική σταλμένη και την ρωτώ, εκείνη όμως δεν
απαντά, συνεχίζει να μου χαμογελά και να μου γνέφει.


Έμεινα για άλλη μια φορά να κοιτώ κλειστό 
το χαρτόκουτο.
Ίσως την επόμενη!








Σάββατο 7 Απριλίου 2012

ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΗΜΕΡΑ

Αντάμωσε ο Απρίλης τη Λαμπρή,
πλεγμένα έχει στα μαλλιά της πασχαλιές  και κρίνα.
Του δεντρολίβανου το άρωμα φορά τυλιγμένη
σ’ ολόλευκο μετάξι κεντημένο.
Κόκκινο βελούδο κρατά η γη και τα παιδιά
σε κάθε γειτονιά με αγκαλιές λουλούδια.

Το χώμα ποτισμένο από το δάκρυ Του
και στο σημείο εκείνο  ανθεί ελπίδα.
Έφτασε καιρός, χαμογελά η προσμονή αποδιώχνοντας
τη λύπη της σελήνης .

Κρυφά κοιτά απ’ της ψυχής τη χαραμάδα,
η μεταμέλεια κοινωνεί απ’ τις πληγές Του για
να πάρει πίσω τη ζωή.
Έρχεται το πλήθος για να δει, για να χλευάσει.
Στο πρόσωπο και στην πλάτη τα ραπίσματα
στάζουν αγάπη, μιλούν για στοργή.

Φτάνει η ώρα εκείνη που τη σιγή θα σκίσει,
θα την τρομάξει μια ροπή. Κυλά ο λίθος
καταπλακώνοντας τα πάθη,τις έριδες, τις κακίες,
το εγώ και τον Άδη που ψυχορραγεί.