Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2013

ΟΥΡΙΟΣ ΑΝΕΜΟΣ

Ένα φύσημα γνώριμο
ταράζει το χαλκευμένο παρών.
Η ξυνωρίδα των αντιθέσεων
σκιάζεται και αφηνιάζει.
Ομοπάτριοι γιοί και θυγατέρες
φιλονικούν πάνω απ’ τις σωρούς.
Ορφάνεψε η Γνώση
απ’ το Καθήκον και την Αυτοδιάθεση.
Τώρα μοιράζονται τα υπάρχοντα τους.
Για μια στιγμή φάνηκε να νικά
η λησμονιά μα ο άνεμος έγινε ούριος
και άλλαξε  η ρότα μας.

Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2013

ΥΣΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ

Ύστερα ακούστηκαν λόγια
κι άλλα λόγια από στόματα
στεγνά από σάλιο.
Έφυγαν οι μέρες,
κατρακύλησαν όπως οι γυάλινοι βόλοι.
Κανείς τότε,
τώρα πολλοί που προσπερνούν
τα άψυχα τους κορμιά.
Οι ψυχές έγιναν μικροί ήλιοι
που γεννούν σκιές
και εκείνες γυρεύουν καινούρια
σώματα για να τα ντύσουν.

Σάββατο 9 Νοεμβρίου 2013

ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΙΜΑ ΥΛΙΚΑ

Τηλεφωνική κλήση στη φαντασία
που περιπλανιόταν.
Φυλαγμένος ο δεκαψήφιος αριθμός
καιρό τώρα.
Ένα τσαλακωμένο χαρτί
το εισιτήριο της δικής μας επανένωσης.

Κοιτώ το ρολόι
κι ακροβατώ στους δείκτες του.
Αδημονώ να συναντήσω
το μισό που με ολοκληρώνει.
Δέκα βήματα,
μια ζωή καταγεγραμμένη σε καρτέλες
εισόδου και εξόδου αποθήκης.

Θραύσματα,
ανακυκλώσιμα υλικά τα συναισθήματα.
Η αναμονή κουράζει
προσμένοντας την ημέρα της ανεξαρτησίας.
Μαθηματική πράξη η εξίσωση της λογικής
που έγινε αφηνιασμένο άλογο.
Είχα προβάρει αυτά που ήθελα να πω.
Τώρα διστάζω κι αποτραβιέμαι  απόμερα.

Κρατώ σφιχτά τα κλειδιά της θυρίδας.
Κληρονομιά φυλαγμένη,
προορισμένη για τους μετά από μας.
Συλλογιέμαι πως ταξιδεύουν τα μυστικά
όπως κείνες οι αλύτρωτες ψυχές
αιώνες τώρα,
γυρεύοντας τόπο αναψυχής.

Δευτέρα 16 Σεπτεμβρίου 2013

ΤΟ ΠΑΤΗΤΗΡΙ

Αποσύρθηκε η μνήμη μου,
τα αρώματα του Σεπτέμβρη
με ταξιδεύουν στα παιδικά μου χρόνια.
Ξυπόλητος στο πατητήρι,
πόδια που ως τότε δεν πάτησαν
σε δρόμους δύσβατους.

Κόφες γεμάτες τσαμπιά,
η μυρωδιά του μούστου
μεθά την παιδική μας αθωότητα.
Κι άλλα παιδιά ήμασταν,
κλήματα που έγιναν αμπελώνες.
Γέλια, χαρά,
στιγμιότυπα του χρόνου,
βαμμένα με το χυμό
των σταφυλιών.

Ο θόρυβος τρομάζει
την αναπόληση μου.
Συνεχίζω το δρόμο μου
όχι όμως με πόδια γυμνά.
Γυρίζω κοιτώντας πίσω,
μόλις που ακούω από μακριά το βρασμό.
Βαρέλια γεμάτα μούστο
που ωριμάζει, ιεροτελεστία!
Εικόνες, ονοματοδοσία  με πυρογραφία
στης καρδιάς τα ξύλινα βαρέλια.

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

ΚΑΤΕΥΟΔΙΟ

Νοσταλγικός περίπατος
πάνω  στ’ αποκαΐδια του καλοκαιριού.
Τα γυμνά μας πόδια
μαυρίζουν από τις στάχτες του.
Στιγμές, κελαϊδίσματα του χρόνου,
που τα πρωτοβρόχια
μετέτρεψαν σε χρώμα
μουτζουρώνοντας το φθινοπωρινό ορίζοντα.
Σώπασαν οι μπουρούδες,
στέκουν αποσβολωμένες στη συναυλία των βροντών.
Άνθρωποι διαβάζουν τις τελευταίες σελίδες
των βιβλίων. Προτού αυτά κλείσουν
ανάμεσα τους σαν σχολικά φυτολόγια
τις αναμνήσεις του καλοκαιριού.

Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2013

ΜΑΡΤΥΡΙΚΟ ΕΓΚΩΜΙΟ

Στις πέτρες αυτές τις ιερές
που καθαγίασε ο θρήνος των μαρτύρων,
αφήνει τα  σημάδια του ο ήλιος.
Κιτρινισμένες σελίδες ιστορίας
 που παρασέρνει ο άνεμος του Αιγαίου πελάγους,
σελίδες γεμάτες στίγματα από δάκρυ.

Λείψανα μαρτυρικά
λιπαίνουν της πίστεως τον αμπελώνα.
Μνήμες μορφών
που έγιναν φως και εύοσμο θυμίαμα.
Μικράς Ασίας γη θυσιαστήριο, Αγία Τράπεζα.

Ζεστό το αίμα και μέσα του
βουτηγμένα μαντήλια,
οικογενειακά κειμήλια,
φυλαχτά της γενιάς της δικής μας.

Η αυγή στεφανωμένη
της Κυριακής εκείνης, ακόμη μια
ατέλειωτη λειτουργία ,
ένα άψαλτο χερουβικό.
Τα ιερά προσκύνησαν το γενναίο μάρτυρα,
κείνος έδωκε ότι είχε απομείνει
απ’ το λαό αυτό.
Έδωσε ψυχή και σώμα.


-------------------------------------------------------------------------------------------------------

Ένα ποιητικό εγκώμιο στον Άγιο Νέο Ιερομάρτυρα Γεώργιο Καρασταμάτη που την Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 1922 παραδίδει τη ψυχή του στα χέρια του Θεού που τόσο αγάπησε και υπηρέτησε.
Οι Τσέτες τον σφαγιάζουν μπροστά από την Ωραία Πύλη του ναού των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων του χωριού Αγία Παρασκευή της Κρήνης ( Τσεσμέ ) της Μικράς Ασίας, καθώς τελούσε τη Θεία Ευχαριστία μόνος του. Υπήρξε το μοναδικό θύμα του χωριού εκείνων των φοβερών ημερών του ελληνισμού στη γη της Ιωνίας. 
Εύοσμο άνθος που σκορπά την ευωδιά του στη σημερινή δύσοσμη εποχή.

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

ΑΚΑΤΕΡΓΑΣΤΗ ΟΜΟΡΦΙΑ

Γέμισε φως το πηγάδι
από την αντανάκλαση του φεγγαριού.
Ρίχνει τα φύλλα του το καλοκαίρι
ενώ γεμίζουν τα βάζα
με τους καρπούς του και σιρόπι.

Κεράστηκε η σελήνη
κι έγινε πανσέληνος.
Τραγούδι και χορός
από τον κόσμο της θάλασσας.

Κλείνοντας τα μάτια,
θ’ αντικρίσεις την ακατέργαστη ομορφιά
της πλάσης.
Γίνε και συ κομμάτι της
ολοφώτεινο απόψε.

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ

Σε κοινή θέα εκθέσαμε τη γύμνια μας
όταν η αλήθεια αντίκρισε τον ήλιο.
Κρύσταλλοι δεμένοι με χρυσό κι ασήμι,
κόσμημα στο λαιμό της πληρωμένης πόρνης.
Χαρίστηκε σ’ ένα κόσμο
που αναζητά τον πλούτο σε ματόχαντρα.
Απαξιώθηκε η ζωή
και ξεπουλήθηκε στα σκλαβοπάζαρα
για μια ουγγιά ματαιοδοξία.
Τώρα κοιτάμε τον ορίζοντα,
προσμένοντας να επαναπατριστεί
ο εξορισμένος μας εαυτός.
Στη φτώχεια της εποχής τραγούδι
έγινε η απληστία που επαιτεί τώρα η ίδια
στημένη στη γωνία.
Τα χέρια άδειασαν από νομίσματα
και τα μυαλά από όνειρα.
Μα κι ψυχές μας στέρεψαν
κι ύστερα γέμισαν βρομόνερα.

Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

ΚΤΗΤΙΚΗ ΑΝΤΩΝΥΜΙΑ

Το παραμιλητό των αισθήσεων
αντηχεί στη βουβή λογική.
Οι αγκαλιές γέμισαν
από αγκάθια
και τ’ αγκάθια, γλυκόξινα μούρα.
Ασυνάρτητες λέξεις
κι ύστερα σιωπηλός κόσμος.
Νωρίς δύει ο ήλιος της ημέρας
μα η ανατολή πεισματάρα έφηβη.
Ξεφυλλίζω το λεξικό
γυρεύοντας την κτητική αντωνυμία.
Κυνηγητό στα καλντερίμια
του μυαλού,
κυνηγός το πνεύμα που απέδρασε.
Κτήμα μου, χέρσο χωράφι
η κάθε λέξη που ανταλλάχτηκε.
Ενέχυρο για λιγοστά χαρτονομίσματα.

Κυριακή 23 Ιουνίου 2013

ΤΟ ΝΗΜΑ ΤΟΥ ΜΥΘΟΥ

Ένας αλλιώτικος άθλος,
στο στάδιο της αυτογνωσίας.
Αγωνιστής, παλαιστής
κι ύστερα νικητής δίχως έπαθλο.

Τα μονοπάτια φωτισμένα απόψε,
πανσέληνο που χρυσίζει τα νερά.
Την κοιτώ ,
φιλιστρίνι τ’ ουρανού, ένας οφθαλμός ζωηρός
και αδιάκριτος .
Εισχωρεί απόψε στις συνειδήσεις μας.
Παρακαμπτήρια οδός
στις πίσω εικόνες του μυαλού.
Στέκω στον πρόναο 
μετανοώντας,
αυτοκράτορας θνητός κι ατιμασμένος.

Ξετυλίγεται το νήμα
του μύθου ως την αυγή.
Πέρασε τ’ αποψινό,
όπως πέρασαν νύχτες ολάκερες,
ταμένες στις θεότητες της γης.
Είδωλα φτιαγμένα από
επιθυμίες και συναισθήματα,
παραχωμένα στο ρουμάνι της απαξίωσης.

Ένοχοι λογισμοί 
κρυμμένοι από τα μάτια των παιδιών.
Παιδιά κι εμείς υπήρξαμε
και τώρα πάλι παιδιά
στην αυλή τη ξεχασμένη.

Πέμπτη 23 Μαΐου 2013

ΔΕΚΑ ΑΝΤΙΦΩΝΑ


Χαμένος στις ερήμους
άγγιξα και προσκύνησα
τις άκρες των αστεριών Σου!
Δουλικά εναπόθεσα την ύπαρξη μου
στην απεραντοσύνη Σου!
Ζέστανα την ανήλιαγη πλευρά της καρδιάς μου
με τη θέρμη της ελπίδας Σου!
Γλυκοχάραξε της σκοτεινιάς η θλίψη μου
με τη λάμψη της μορφής Σου!
Στο όρος αφουγκράστηκα
και πείστηκα απ’ τα λόγια της αγάπης Σου!
Ξέπλυνα τα βρώμικα χέρια μου
με τον ιδρώτα της προσευχής Σου!
Χόρτασα την πείνα μου
με το ψωμί που μοίρασαν τα χέρια Σου!
Επούλωσα τις πληγές μου
με τους θρόμβους του αίματος Σου!
Σ’ είδα νεκρό κι ατιμασμένο
και το πένθος μου διέρρηξε η αστραπή της θεότητας Σου!

Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

ΜΟΝΑΧΙΚΕΣ ΑΠΕΙΚΟΝΙΣΕΙΣ


Μουτζουρωμένες σελίδες,
θρυμματισμένα κρύσταλλα και πορσελάνη.
Της παραζάλης και της μέθης μου
εικόνες άυλες που καραδοκούν να σκοτεινιάσουν
τον ορίζοντα μου.

Μια νύχτα που κρύβετε απ’ τα μάτια
που την έφεραν στο φως του ήλιου.
Μοναχικές απεικονίσεις,
στοιβαγμένες πίσω από της ζωής μας
το παραβάν.

Δεν έχεις και όταν βρίσκεις
στέκεις μακριά,
παρασιωπάς και προσμένεις.
Σ’ άκουσα και τράβηξα για να ‘ρθω
βαστώντας κερί  που φυσήχτηκε η φλόγα του,
μα σιγοκαίει και καπνίζει.

Μια και δυο και τέσσερις
αντανακλάσεις απόψε που σα ξημερώσει
θα αποτραβηχτούν στο χθες.
Αν δεν αφήσεις να συμβεί, αν δε το θες
να γίνει πλευρό σου,
σώπασε.

Πέμπτη 21 Φεβρουαρίου 2013

ΔΩΔΕΚΑ ΧΤΥΠΟΙ


Σε μια ώρα
το μεγάλο ρολόι
θα σημάνει μεσημέρι.
Χτύποι της καρδιάς κι ανάσες κοφτές.
Στη θαλπωρή της απροσπέλαστης
συντροφικότητας
ο νεοσσός ξεπροβάλει
από το ραγισμένο του τσόφλι.
Κοσμογονία,
αστραπή, φως και βροντές.
Αλλάζουν συνεχώς στον αδάμαστο χρόνο
τα πάντα γύρω μας.
Τρέχει ο κόσμος
θέλοντας να προλάβει,
να είναι εδώ, στο ψεύτικο μέλλον.
Δώδεκα χτύποι όπως και χθες,
όπως και σήμερα,
βουβοί και ανέκφραστοι.
Περαστικές σκέψεις,
παρασυρμένοι λογισμοί, άναρχοι.
Συνεχίζουμε την πορεία μας σιωπηλοί
μέχρι ν΄ ακουστούν και πάλι οι δώδεκα χτύποι.

Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Ο ΣΤΑΘΜΟΣ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ


Ασφυκτιώ ανάμεσα σε δύο
αντιστρεφόμενους πόλους.
Βρέθηκε το χαμένο παιδί
που αναζητούσαν δήθεν όλοι τους.
Ψεύτες!
Άστεγα όνειρα και ύστερα
μουχλιασμένα μυστικά.

Η απάτη φιγουράρει
με το έτσι θέλω
μη σεβόμενη αρχαίες παραδόσεις.
Απόγευμα, ένας σταθμός του χρόνου
που γυρνά στον τόπο του εγκλήματος.

Μιλώ περπατώντας με ξύλινα πόδια
πελεκημένα, καταμεσής
σε κείνο το άμορφο πλήθος.
Σε λίγο θα γίνω ίδιος μου λένε,
προχωρώ σφιχτοκρατώντας
ένα μαντήλι και μέσα του δεμένη
η ψυχή που δεν ανασαίνει .